ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Μετάφραση Γιώργη Ψυχουντάκη

                                         

ΡΑΨΩΔΙΑ Α

Άρχισε, Μούσα, να μιλείς, να βγάνεις μελωδία.

Ψάλε τον άντρα που 'ριξε την ιερή την Τροία.

Ψάλε τον πολυμήχανο που κι ύστερα πλανήθη

σε θάλασσες και σε στεριές, πολλά ταλαιπωρήθη

κι ανθρώπων έμαθε πολλών τις χώρες και τη γνώμη.

Άρχισε, Μούσα, να μιλείς, να μου τα λες ακόμη

που βάσανα 'παθε πολλά στα πέλαγα ζητώντας,

άβλαφτος στην πατρίδα του να φτάσει προσπαθώντας,

με τους συντρόφους του μαζί. Μα δεν τα κατορθώνει

να σώσει τους συντρόφους του και τούτο τον πληγώνει,

γιατί χαθήκαν μόνοι τους με τ' ανομήματά τους,

όλοι χαθήκαν οι μωροί με τ' αμαρτήματά τους.

Πήγαν του κοσμογυριστή Ήλιου τα βόδια φάγαν

και την πατρίδα και δικούς ποτές δεν εξανάδαν.

Εκείνος των αφαίρεσε τσ' επιστροφής τη μέρα.

Κάποτε πες μας τα, θεά, του Δία θυγατέρα.

Όσοι γλιτώσαν τοτεσάς και δεν εσκοτωθήκαν,

Όλοι γυρίσαν και ξανά τα σπίτια τους ευρήκαν

σωσμέν' από τον πόλεμο κι από τα τόσα πάθη

κι απ' τη μαύρη θάλασσα και του γιαλού τα βάθη.

Μόνον αυτόν που του 'λειπε γυναίκα και πατρίδα

και χρόνους αναστέναζε σε μια μικρή νησίδα,

η Καλυψώ, τρανή θεά, εκείνη τον κρατούσε

μέσα σε σπήλια θολωτά και γι' άντρα τον ποθούσε.

Αλλά στον κύκλο των καιρών, π' ο χρόνος ήρθε πάλι

που 'χαν ορίσει κι οι θεοί, την ώρα την μεγάλη

εις την πατρίδα για να 'ρθει, στων εδικών τσ' αγκάλες,

αγώνες δεν του λείψανε και βάσανα και ζάλες.

Όλοι οι θεοί λυπούνται τον, κι ο Ποσειδώνας μόνος

Θανάσιμα τόνε μισεί και τυραννά συγχρόνως.

Τον θεϊκό Δυσσέα πολύ θανάσιμα μισούσε

πριν φτάσει στην πατρίδα του και τόνε τυραννούσε.

Όμως εβρίσκεντον μακριά τότες από τον Δία,

Μακριά κι απ' όλους τους θεούς, εις την Αιθιοπία...........

 

Αετοφωλιές   Μαντατοφόρος   Ιλιάδα   Ισίοδος   Μαθητής  Χάρος   Γιώργης   Τα Νέα μας  Ριζίτικα   Μαντινάδες   
Παρατσάφαρα του Γιώργη

Home

Site hosted by Angelfire.com: Build your free website today!