Site hosted by Angelfire.com: Build your free website today!

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΑΡΜΑΝΤΑΣ

(1918-2008)


 

Ένας από τους τελευταίους συνθέτες της μεταπολεμικής γενιάς του ρεμπέτικου ο Απόστολος Χαρμαντάς, γνωστότερος σαν Τόλης Χάρμας, έφυγε από κοντά μας την πέμπτη 22 Μαΐου 2008 σε ηλικία 90 ετών.  Ιδιαίτερο μουσικό ταλέντο, δημιούργησε μέχρι το τέλος της ζωής του πλέον των 120 συνθέσεων, οι περισσότερες από τις οποίες έγιναν επιτυχίες και τραγουδιούνται μέχρι σήμεραΩς στιχουργός έγραψε τους στίχους στα περισσότερα από αυτά και σε κάποιες περιπτώσεις έντυσε με τους στίχους του και τραγούδια άλλων συνθετώνΟ ίδιος μαζί με την σύζυγο του Λίτσα αποτέλεσαν το θρυλικό «Ντούο Χάρμα», ερμηνεύοντας σε πρώτη εκτέλεση τραγούδια μεγάλων συνθετών.  Ο Τόλης Χάρμας συνέχισε να γράφει και να τραγουδά σε μικρά μαγαζιά μέχρι το τέλος της ζωής του.
 Γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1918 στο Λεωνίδιο Κυνουρίας και ήταν το μικρότερο από τα οκτώ παιδιά του Παναγιώτη Χαρμαντά και της Ιωάννας Παπουτσή.
Ο Απόστολος πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στο Λεωνίδιο και τελείωσε το γυμνάσιο σαν ένας από τους καλύτερους μαθητές της τάξης του. Εμφανώς επηρεασμένος από τον πατέρα του που έπαιζε λαούτο και τραγουδούσε, αλλά και από τις μουσικές της εποχής που άκουγε στα πανηγύρια και στα γραμμόφωνα, άρχισε γύρω στο 1930 να ασχολείται με την μουσική, με αφορμή ένα μαντολίνο που βρέθηκε στο σπίτι παίζοντας αρχικά οπερέτες.
Οι δύσκολες όμως οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής οδήγησαν τον νεαρό Απόστολο το 1935 στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης στην πρωτεύουσα.
 
Ο ίδιος αφηγείται σε συνέντευξή του στον Πάνο Γεραμάνη:
- Μόλις τελείωσα το γυμνάσιο, με προτροπή των δικών μου έφυγα για τον Πειραιά όπου έμεινα στο σπίτι ενός εύπορου θείου μου. Στην αρχή περνούσα καλά, αλλά μετά από λίγους μήνες άρχισα να νοιώθω ανασφάλεια. Ήθελα να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου και άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Έκανα πολλές δουλειές του ποδαριού τότε. Σερβιτόρος, λούστρος, μέχρι και επισκευαστής καζανιών στα βαπόρια έκανα για να ζήσω. Δύσκολες συνθήκες αλλά δεν το έβαζα κάτω. Η αλλαγή στην ζωή μου έγινε γύρω στα 1938 όταν γνώρισα τον Γιώργο Μουζάκη. Γίναμε φίλοι και αυτός ήταν που με βοήθησε να στραφώ στην μουσική. Μετακόμισα στο Μεταξουργείο και με κάτι οικονομίες που είχα αγόρασα μια κιθάρα. Άρχισα σιγά-σιγά να μαθαίνω τα τραγούδια της εποχής και παρέα με τον Μουζάκη και κάτι φίλους, άρχισα τις πρώτες μου δημόσιες εμφανίσεις. Το 1939 πήγα στρατιώτης. Με την κήρυξη του πολέμου βρέθηκα να πολεμώ στην Αλβανία, από όπου επέστρεψα το 1941 και εγκαταστάθηκα στην Αθήνα. Στην γειτονιά μου έμενε ο στιχουργός Κώστας Μάνεσης και έτυχε να γνωριστούμε. Μέσω αυτού συνάντησα και γνώρισα πολλούς δημιουργούς του ρεμπέτικου, τον Γ. Κλουβάτο, Α. Χατζηχρήστο, Γ. Μητσάκη, Μάρκο Βαμβακάρη, Σ. Σπιτάμπελο, Φ. Μιχαλόπουλο και άλλους. Από αυτούς άρχισα σιγά-σιγά να ακούω τα ρεμπέτικαΜετά τα Δεκεμβριανά του 1944 υπηρέτησα στην εθνοφρουρά στην Θήβα. Λίγο πριν απολυθώ γνώρισα την Γαρυφαλλιά Ζέρβα και λίγο αργότερα παντρευτήκαμε. Μας πάντρεψε η σπουδαία τραγουδίστρια της εποχής Κούλα Νικολαΐδου. Με την Γαρυφαλλιά (Λίτσα) αποτελέσαμε αργότερα το πρώτο λαϊκό ντουέτο της εποχής, το «Ντούο Χάρμα». Δεν υπήρχαν ακόμη λαϊκά ντουέτα. Το «Τρίο Κιτάρα» βγήκε μετά από μας. Τότε ήμουν ακόμη του ελαφρού ρεπερτορίου. Άλλωστε, τα πρώτα μου ακούσματα ήταν οπερέτες. Τραγουδούσα τότε πολύ τα τραγούδια του Χρ. Χαιρόπουλου καθώς και άλλων πολλών συνθετών του ελαφρού. Στο λαϊκό τραγούδι μπήκαμε με μεγάλο ενθουσιασμό γιατί θεώρησα ότι είχε περιεχόμενο και μέλλον. Είχε ποιότητα το λαϊκό τότε, δεν ήταν όπως τα σημερινά.
Από το 1947 ο Τ. Χάρμας ξεκινάει μια μεγάλη πορεία εμφανιζόμενος αρχικά σε στο «Χρυσό Βαρέλι» της οδού Αγ. Μελετίου και στην συνέχεια στο «Αλκαζάρ», στον σταθμό Λαρίσης σε μουσικές παραστάσεις «βσ.ριετέ». Εκείνη την περίοδο γράφει και τα πρώτα του τραγούδια. Η κορύφωση της επιτυχίας έρχεται ακριβώς μετά, στο θέατρο «Σαμαρτζή».
- Στο θέατρο «Σαμαρτζή» δουλέψαμε με πολύ μεγάλη επιτυχία. Τραγουδούσαμε λαϊκά αλλά και δικά μας τραγούδια για τις ανάγκες τις παράστασης. Παίζαμε στην «Γαλανόλευκη» του Τραϊφόρου μαζί με τον Φωτόπουλο την Βασιλειάδου την Ρένα Ντόρ και άλλους μεγάλους ηθοποιούς. Λίγο αργότερα δεχτήκαμε μια πολύ καλή οικονομική πρόταση και πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη σε ένα αριστοκρατικό κέντρο που λεγόταν «Σεμίραμις». Από μεροκάματο 60 δραχμών στο θέατρο βρεθήκαμε να παίρνουμε πάνω από 2000 δρχ. τότε. Πριν από μας στο κέντρο αυτό τραγουδούσε ο Ν. Γούναρης. Εμείς αναλάβαμε κυρίως το λαϊκό πρόγραμμα. Εκεί μείναμε πάνω από τρία χρόνια και κάναμε τεράστιο σουξέ.
Η μεγάλη επιτυχία του ζεύγους δεν άργησε να τους οδηγήσει και στον κινηματογράφο.
- Πράγματι πρώτο-εμφανιστήκαμε στην ταινία « Έλα στον θείο» το 1950 όπου λέγαμε με την Λίτσα το τραγούδι «Ώιντε Μπρε». Λίγα χρόνια αργότερα παίξαμε σαν ηθοποιοί στην κορυφαία ταινία του Αλ. Σακελλάριου «Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο» το 1955. Είχα τον ρόλο ενός μάγκα μερακλή που του άρεσε να τα πίνει και να χορεύει ζεϊμπέκικο. Η Λίτσα έπαιζε κι αυτή στην ταινία και είχε τον ρόλο της σκληρής συζύγου που δεν σήκωνε πολλά-πολλά. Περάσαμε 15 αξέχαστες μέρες στα γυρίσματα. Ο Σακελλάριος ήξερε καλά τον κινηματογράφο και έκανε σπουδαίες ταινίες.
Ο Τ. Χάρμας δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για το επίμαχο θέμα της πατρότητας των τραγουδιών της ταινίας θρύλος «Λατέρνα Φτώχια και Φιλότιμο». Πάντα σεμνός και αξιοπρεπής αρκέστηκε στο εξής:
- Ήμουν πάντα άνθρωπος που βαίνει στον κανόνα και δεν παραστρατεί εύκολα. Αυτό που γράφει αυτό είναι.
Η ερμηνευτική δεινότητα του ζεύγους Χάρμα έκανε πολλούς λαϊκούς συνθέτες της εποχής να τους εμπιστευθούν τα τραγούδια τους.
- Τραγουδήσαμε τραγούδια πολλών μεγάλων συνθετών. Του Τσιτσάνη, του Μητσάκη, του Μπακάλη, του Χιώτη. Ο Χιώτης, ήταν από το Λεωνίδιο και ήταν δεύτερος ξάδερφος μου αλλά νομίζω ότι γεννήθηκε στην Θεσ/κη. Ο πατέρας του είχε ένα μαγαζί στο Λεωνίδιο και τον θυμάμαι εκεί πιτσιρικά (εγώ ήμουν δυο χρόνια μεγαλύτερος), με κοντά παντελονάκια να γρατζουνάει με το μπουζουκάκι του. Του Χιώτη του τραγουδήσαμε «Το τρελό κορίτσι» με μεγάλη επιτυχία. Πολύ μεγάλο ταλέντο ο Μανώλης κι έφυγε τόσο νέος... Πιο πολύ συνεργάστηκα με τον Απόστολο Καλδάρα. Του «Καλδαράκου μου» του είπα πολλά τραγούδια. «Ο εργάτης», «η Ξενιτιά», «Μπαρμπαριά» κ.ά... Ήμασταν πολύ φίλοι με τον Απόστολο. Σπάνια περίπτωση μορφωμένου καλλιτέχνη για εκείνα τα χρόνια. Ήταν ακέραιος άνθρωπος και θα τον θυμάμαι πάντα με πολλή συγκίνηση.
Ο Τ. Χάρμας αφηγείται για την συνάντηση του με την Μαρινέλλα:
- Το 1952 συνεργάστηκα αποκλειστικά με την εταιρεία Odeon και εκείνη την εποχή έγραψα μεγάλες επιτυχίες όπως «Οι Παπατζήδες» «Το καντήλι», «Το σφάλμα» κ.ά. Το καλοκαίρι του 1956 δούλεψα στην Θεσσαλονίκη στο οικογενειακό κέντρο, «Πανόραμα» μόνος μου. Η Λίτσα δεν τραγουδούσε πια γιατί στο μεταξύ είχαμε αποκτήσει δυο παιδιά. Τον Αριστείδη και την Νανά. Το μαγαζί είχε μια ορχήστρα 5-6 ατόμων από την Θεσσαλονίκη. Ο Νίκος Ρέγκος στο βιολί, κάποιος Παναγιωτάκης πιάνο και αν θυμάμαι καλά ο ντραμίστας λεγόταν Γκρέγκορυ. Στην αρχή δεν είχαμε μπουζούκι, αλλά αργότερα βάλαμε τον νεαρό τότε Στέλιο Ζαφειρίου. Από τραγουδίστριες ήτανε η Λάγια Κρίς (από το τρίο Κρίς) και Ζωζώ Κυριαζοπούλου. Πηγαίναμε πολύ καλά όταν ξαφνικά για κάποιο λόγο φύγανε και οι δύο και ξεμείναμε από γυναικείες φωνές. Για καλή μου τύχη στο θέατρο Χατζώκου της Θεσσαλονίκης τραγουδούσε μια πολύ καλή τραγουδίστρια, η Ιωάννα Άλβα και μαζί της εκεί δούλευε ως ηθοποιός στα πρώτα της βήματα η Κυριακή Παπαδοπούλου. Ένα βράδυ που έτυχε να είμαι στην παράσταση, η Άλβα ήτανε άρρωστη και βάλανε την μικρή Κυριακή να τραγουδήσει. Είπε δύο-τρία τραγούδια, ίσα-ίσα για να σωθεί η παράσταση και τα πήγε υπέροχα. Εγώ εντυπωσιάστηκα από την φωνή της και την άλλη μέρα πήγα και την βρήκα. Της έκανα πρόταση να δουλέψει μαζί μας. Αυτή δέχτηκε και την πήρα μαζί μου. Της έδωσα το όνομα Μαρινέλλα, από ένα τραγούδι που είχα γράψει εκείνη την εποχή. Οι στίχοι μιλούσαν για την ιστορία μιας μικρής και όμορφης τσιγγάνας. Είναι καρσιλαμάς, έχει εισαγωγή με κλαρίνο και τραγουδώ εγώ. Όταν βγήκε σε δίσκο το 1957 έγινε τεράστια επιτυχία. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η Μαρινέλλα, και σιγά-σιγά άρχισε να κάνει μεγάλο σουξέ στο πάλκο και τα πηγαίναμε φίνα. Μέχρι που έγινε η μεγάλη συνάντηση με τον Καζαντζίδη. Ο έρωτας ανάμεσα τους υπήρξε κεραυνοβόλος και σε λίγο καιρό τα παράτησε όλα και κατέβηκε στην Αθήνα μαζί με τον Στέλιο. Πριν φύγει προσπάθησα να την συμβουλεύσω να συνεχίσει την καριέρα της στο στυλ που ξεκίνησε, αλλά δεν με άκουσε. Παρόλο που για δέκα χρόνια έμεινε στην σκιά του Καζαντζίδη, οι δυο τους αποτέλεσαν το μεγαλύτερο λαϊκό ντουέτο όλων των εποχών. Όταν αργότερα χώρισε και άρχισε την δεύτερη της καριέρα μόνη της, φάνηκε καθαρά ότι ήταν γεννημένη για άλλα πράγματα. Δεν ήταν για το λαϊκό η «Κίτσα». Μερικά χρόνια αργότερα που συναντηθήκαμε μου ομολόγησε ότι είχα δίκιο.
Ο Τόλης Χάρμας είχε πολλές προτάσεις από το εξωτερικό. Λίγα χρόνια μετά την επιτυχία της Κωνσταντινούπολης εργάστηκε στο Ισραήλ για δυο χρόνια με ισραηλινούς αλλά και με πολλούς Έλληνες μουσικούς. Τον Ζακ Ιακωβίδη, Τρίο Κιτάρα, Λέλα Παπαδοπούλου κ.ά. Συμμετείχε στην μεγάλη γιορτή του Φεστιβάλ των Καννών για την βράβευση της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» του Ζύλ Ντασσέν, μαζί με τους Γ. Ζαμπέτα, Σπ. Καλφόπουλο, Στ. Χατζηδάκη κ.ά.
- Περάσαμε υπέροχα εκείνο το βράδυ της γιορτής στις Κάννες. Μεθυσμένοι όλοι με ούζο χορεύανε μέχρι πρωίας. Αξέχαστη βραδιά για όλους μας. Πρωταγωνιστής στο πάλκο ήταν «ποιος άλλος», ο Γιώργος Ζαμπέτας. Στον γυρισμό για την Αθήνα οι βαλίτσες μου πήγαν κατά λάθος στο Παρίσι. Μου τις έφερε αργότερα στο σπίτι μου αυτός ο υπέροχος άνθρωπος και ηθοποιός, ο Γιώργος Φούντας.
Στις αρχές τις ΙΟετίας του 1960 δούλεψε σε μικρά μαγαζιά της Αθήνας γράφοντας παράλληλα και μερικά τραγούδια στις 45 στροφές με σημαντικότερο από αυτά το «Θα πάρω πια τα μάτια μου να φύγω». Τραγούδι του 1960, το οποίο αποδεικνύεται προφητικό. Ο ερχομός της δικτατορίας λίγα χρόνια αργότερα τον αναγκάζει να φύγει για την Αμερική, όπου έμεινε 13 ολόκληρα χρόνια παίζοντας σε όλες τις μεγάλες πόλεις.
Το 1978 φεύγει από την ζωή η σύντροφος του Λίτσα Χάρμα και τα επόμενα χρόνια ζει σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Το 1981 επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, πιστεύοντας σε ένα νέο ξεκίνημα. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν τα βρίσκει όπως τα άφησε. Αντιλαμβανόμενος σύντομα ότι το μουσικό κλίμα έχει πια αλλάξει, ο Τ. Χάρμας περιορίζεται σε επιλεγμένες εμφανίσεις. Εργάζεται τραγουδώντας σε μικρές ταβέρνες με ολιγομελή σχήματα μέχρι το 2007. Γράφοντας παράλληλα και κάποια πολύ όμορφα καινούργια τραγούδια. Τα τελευταία χρόνια τραγουδούσε στο μικρό ταβερνάκι της «κυρα-Ντίνας» στον Κολωνό με ένα μικρό διάλλειμα, όπου ξανανέβηκε στο πάλκο σε ηλικία 88 ετών τραγουδώντας με τον Δημ. Κοντογιάννη στο γνωστό ρεμπετάδικο «Απτάλικο».
Τον γνωρίσαμε στο συνέδριο Ρεμπέτικου Τραγουδιού στο Ρέθυμνο τον Απρίλιο του 1995 όπου έπαιξε τραγούδησε και χόρεψε σαν έφηβος. Το 2004 μας έκανε την τιμή και συμμετείχε αφιλοκερδώς στην εκδήλωση που οργανώσαμε στον Βόλο προς τιμή του Νίκου & Κάρολου Μιλάνου για τα 87 χρόνια της θρυλικής Σκάλας. Ένα χρόνο αργότερα σε μια ανάλογη εκδήλωση για τον Γιώργο Λαύκα στην Σπάρτη έδωσε πάλι το παρόν χορεύοντας κι ένα ζεμπέκικο με ένα τρόπο που ήξερε καλά.
Ο Πάνος Γεραμάνης ο οποίος παρουσίασε την εκδήλωση στο Θέατρο του Βόλου έγραψε αργότερα.
«Με το μπουζούκι παραμάσχαλα, ανέβηκε στη σκηνή και πήρε την πρώτη θέση πλάι στον Κάρολο και τον Νίκο Μιλάνο με τους οποίους είχε να συναντηθεί 51 ολόκληρα χρόνια . Δεν πρόλαβε να ρίξει δυο γλυκές πενιές και να πει τα πρώτα λόγια του τραγουδιού «Έκανα σφάλματα πολλά μες στη ζωή» και ο 87χρονος Τόλης Χάρμας γνώρισε την αποθέωση».
 
 

Επιστροφή στο αρχικό μενού

Επιστροφή στις βιογραφίες