Site hosted by Angelfire.com: Build your free website today!
Κώστας Σκαρβέλης

(Ψευδώνυμο "Παστουρμάς")

Άρθρο του Παναγιώτη Κουνάδη.


Η Έρευνα για τη Ζωή και το Έργο του Κώστα Σκαρβέλη.

Ένα -σχεδόν- τυχαίο γεγονός ήρθε να λύσει ένα "αίνιγμα" που βασάνιζε τις τελευταίες δεκαετίες τους ερευνητές του ρεμπέτικου: Τι απέγινε ο μεγάλος κωνσταντινουπολίτης δημιουργός του ρεμπέτικου Κώστας Σκαρβέλης, ο πρώτος καλλιτεχνικός διευθυντής της ελληνικής Columbia, που στη δεκαετία του '30 δέσποσε στον χώρο του ελληνικού τραγουδιού, αφήνοντας 250 περίπου αριστουργηματικά τραγούδια στη δισκογραφία των 78 στροφών και διαμορφώνοντας, σαν διευθυντής-επιλογέας ρεπερτορίου, μαζί με τους συναδέλφους και συνεργάτες του Παναγιώτη Τούντα, Δημήτρη Σέμση (Σαλονικιό), Γιάννη Δραγάτση (Ογδοντάκη) και Σπύρο Περιστέρη, το νεότερο ύφος στο νεότερο λαϊκό τραγούδι των πόλεων. Ακούσαμε για πρώτη φορά για τον Κώστα Σκαρβέλη το καλοκαίρι του 1964, όταν, μαζί με τον καλό φίλο και πρωτοπόρο στην έρευνα για το ρεμπέτικο Νέαρχο Γεωργιάδη, ρωτούσαμε και μαγνητοφωνούσαμε τις αφηγήσεις του Μάρκου Βαμβακάρη, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της αυτοβιογραφίας του, που δεν ευτυχήσαμε να την ολοκληρώσουμε εμείς, δηλ. "η ομάδα των φοιτητών" - όπως έλεγε κι ο Μ. Βαμβακάρης- της 10ετίας του '60, που ασχολήθηκε για πρώτη φορά -συλλογικά- με την έρευνα του ρεμπέτικου. Θυμάμαι ότι ο Βαμβακάρης μιλούσε με ενθουσιασμό και εξέφραζε τον θαυμασμό του για τους παλιούς συνεργάτες του Παν. Τούντα, Κώστα Σκαρβέλη, Σπύρο Περιστέρη που τον βοήθησαν σημαντικά να ανέλθει στην κορυφή του στερεώματος των δημιουργών του λαϊκού μας τραγουδιού. Από τότε πέρασαν πάνω από 30 χρόνια αναζητήσεων, για να συγκεντρωθούν στοιχεία για τον σπουδαίο αυτό δημιουργό. Ρωτήθηκαν όλοι όσοι από τους παλιούς συνεργάτες του ζούσαν, με ιδιαίτερη επιμονή στα θέματα της γεννήσεως και του θανάτου του, για την οικογενειακή του κατάσταση κλπ. Συγκεντρώθηκαν έτσι, αρκετά βιογραφικά, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να θυμηθεί και να μας πληροφορήσει για το πότε χάθηκε, πότε και πού πέθανε, ενώ φωτογραφία του δεν είχε εντοπιστεί ποτέ. Ακολούθησε αναζήτηση στα δημοτολόγια των δήμων όπου ήταν πιθανή η καταγραφή του μετά την άφιξη του στην Ελλάδα (το 1922 όπως νομίζαμε), χωρίς να βρεθεί πουθενά κάποιο στοιχείο που θα βοηθούσε την έρευνα. Ακόμη, τα στοιχεία για την αδελφή του -που όλοι βεβαίωναν ότι υπήρχε- βρίσκονταν μέσα στην ασάφεια, αφού κάποιες ανασφαλείς -ίσως και ψευδείς- πληροφορίες την έφεραν να ζει μέχρι τη 10ετία του '70, ενώ είχε πεθάνει το 1954. Πριν από λίγα χρόνια "αγγίξαμε" τη λύση, όταν πληροφορηθήκαμε τον τόπο όπου έμενε -στην Ιερεμίου Πατριάρχου- αλλά συγκυρία πληροφοριών τη μέρα εκείνη δεν βοήθησε την προσέγγιση της οικογενείας του, που όντως ζει εκεί από τα μέσα της 10ετίας του '20. Με τη σύγχυση και ανασφάλεια αυτή φτάσαμε στην τελευταία περίοδο, όταν πριν από λίγους μήνες, με την ευκαιρία της προετοιμασίας της έκδοσης των αφιερωμάτων II και III του έργου του Κ. Σκαρβέλη στη σειρά "Συνθέτες του Ρεμπέτικου" αναζητήσαμε τα στοιχεία ενός επίσης "περίεργου και άγνωστου" συνθέτη -αφού κανείς δεν ήξερε ποτέ τίποτε γι' αυτόν- του Ι. Καραμαούνα, που το όνομα του εμφανίζεται στη δισκογραφία των 78 στροφών σε 4 τραγούδια, που οι πίσω όψεις των δίσκων περιλαμβάνουν πάντοτε τραγούδια του Κ. Σκαρβέλη. Ευτυχώς για την έρευνα, στο τραγούδι "Μα Τι Να Κάνω Σ' Αγαπώ" (δίσκος Ρarlophone Β- 7400 του 1940) με τον Γιώργο Κάβουρα, στο όνομα του Ι. Καραμαούνα ήταν καταγραμμένο, στην παλιά καρτέλα της Α.Ε.Π.Ι., μέσα σε παρένθεση, το όνομα του Κώστα Σκαρβέλη. Επομένως, ή επρόκειτο για ψευδώνυμο του συνθέτη ή για όνομα που ανήκε στο άμεσο -φιλικό ή οικογενειακό- περιβάλλον του Κ. Σκαρβέλη. Ευτυχώς, με το πρώτο τηλεφώνημα, από τα τρία ονόματα Ι. Καραμαούνα στον τηλεφωνικό κατάλογο, πέσαμε πάνω στον Ιωάννη Καραμαούνα, εγγονό του αναφερόμενου στην ετικέτα των παλιών δίσκων και συζύγου της αδελφής του Κ. Σκαρβέλη, Μαγδαληνής. Το αίνιγμα είχε λυθεί. Όμως η θλίψη ήταν μεγάλη, όταν μετά την πρώτη μας συνάντηση με τα μέλη της οικογένειας, πληροφορηθήκαμε τον βάρβαρο θάνατο του συνθέτη από την πείνα στα χρόνια της Κατοχής.

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΑΡΒΕΛΗΣ
Κωνσταντινούπολη 1880 - Αθήνα 8/4/1942


Συνθέτης, στιχουργός, οργανοπαίκτης, μαέστρος, τραγουδιστής. Φημισμένος δημιουργός από την Κωνσταντινούπολη, που μαζί με τους Αντώνη Διαμαντίδη (Νταλγκά), Κώστα Καρίπη και Γρηγόρη Ασίκη αποτέλεσαν τη βασική τετράδα μουσικών που μετέφεραν στην Ελλάδα τον πλούτο της παράδοσης των αστικών τραγουδιών της Πόλης, που είχαν και την πιο μακρόχρονη ιστορία. Ο Κώστας Σκαρβέλης γεννήθηκε το 1880 στην Κωνσταντινούπολη από τον Παντελή Σκαρβέλη -ευκατάστατο αστό- και τη μήτερα του, που για άγνωστους λόγους ξαναπαντρεύτηκε και το 1883 γέννησε την ετεροθαλή αδελφή του Μαγδαληνή Χαλά. Μετά τον δεύτερο γάμο της μητέρας του, δεν πρέπει να πέρασε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια, και παραμένουν άγνωστοι οι λόγοι για τους οποίους δεν πήγε καθόλου -ούτε αυτός ούτε η αδελφή του- σε ελληνικό σχολείο, με αποτέλεσμα να μη μάθουν ποτέ την ελληνική γραφή, παρ' όλο που μέσα στην οικογένεια έμαθαν να μιλούν εξαίρετα ελληνικά. Πιθανόν να υπήρχαν δυσκολίες -την περίοδο εκείνη- σε σχέση με τη συμπεριφορά της οθωμανικής εξουσίας, είτε ακόμη να μην υπήρχε δυνατότητα στην οικογένεια να αντιμετωπίσει τα ιδιαίτερα προβλήματα που δημιουργούσε η συμπεριφορά της μητέρας του. Με τη μουσική πρέπει να ασχολήθηκε από πολύ μικρός, διότι, σύμφωνα με τις αφηγήσεις της αδελφής του προς τα παιδιά και εγγόνια της, γύρω στα 17 του χρόνια ήδη έπαιζε πολύ καλά κιθάρα. Μάλιστα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν τον έκρυβαν στο σπίτι από τους Τούρκους για να μην παρουσιαστεί στον τουρκικό στρατό το 1897, τον άκουγαν να παίζει ατελείωτες ώρες στη μυστική του κρυψώνα. Για να αποφύγει οριστικά την κατάταξη του, φυγαδεύτηκε τα επόμενα χρόνια και με άλλους συγγενείς εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Τουλάχιστον για μια δεκαπενταετία δεν υπάρχουν στοιχεία για το πού ήταν και με τι ασχολήθηκε ο Κώστας Σκαρβέλης. Βέβαιο είναι ότι δεν επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη, ούτε σε άλλο μέρος της Τουρκίας. Στην Αθήνα πρέπει να εγκαταστάθηκε μεταξύ 1915 και 1920, επομένως δεν ανήκει στον χώρο των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής. Η κύρια εργασία του στην Αθήνα πριν το 1922 ήταν ειδικός τεχνίτης στην κατασκευή υποδημάτων πολυτελείας, μάλιστα εργάστηκε στα γνωστότερα εργαστήρια όπως αυτό του Σεβαστάκη. Η αδελφή του, που έμεινε στην Κωνσταντινούπολη, παντρεύτηκε τον επίσης κωνσταντινουπολίτη επιχειρηματία Ιωάννη Καραμαούνα και έκανε μαζί του πέντε παιδιά, κατά σειρά την Ελπίδα, την Ανδρονίκη, την Άννα, τον Αλέξανδρο και την Καλλιόπη. Από τα παιδιά της αυτά προέκυψαν δεκατρία εγγόνια και πολλά δισέγγονα εκ των οποίων τα έντεκα βρίσκονται σήμερα στη ζωή. Δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί πότε ήρθε η αδελφή του με την οικογένεια της στην Ελλάδα, πάντως αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στη δεκαετία του '20, στο σπίτι της ανιψιάς του Καλλιόπης, που παντρεύτηκε τον Ιωάννη Παννάκη. Μαζί του ήταν και η αδελφή του Μαγδαληνή με τον άνδρα της Ιωάννη Καραμαούνα. Στο διώροφο αυτό σπίτι, που βρίσκεται στην οδό Ιερεμίου Πατριάρχου 48 (ή 50), έχει μετατραπεί σε τετραώροφο κτίριο, ζει σήμερα η ανιψιά του Καλλιόπη με τον άνδρα της και άλλα μέλη της οικογένειας της αδελφής του. Ο Κώστας Σκαρβέλης, με την εγκατάσταση των Μικρασιατών στην Ελλάδα, ξαναβρίσκει γνωστά πρόσωπα από τον χώρο των μουσικών και -όπως φαίνεται από τη δισκογραφία και τις αφηγήσεις των συνεργατών του- άρχισε αμέσως την επαγγελματική του καριέρα ως μουσικός. Ανέβηκε στο πάλκο ως κιθαρίστας (έπαιζε και εννεάχορδή κιθάρα με διπλή ταστιέρα) από το 1923 και έπαιξε σε όλα τα γνωστά στέκια που δημιουργήθηκαν από τους μικρασιάτες μουσικούς στην Αθήνα του Μεσοπολέμου: Στον "Πουρούζη" στη Λ. Αλεξάνδρας (και μετά στην οδό Αθηνάς όπου μεταφέρθηκε), στου "Πικίνου" στο θησείο, στο "Αραράτ" στην Λ. Αλεξάνδρας, στο "Απταιό" στο Φάληρο κ.α. Μαζί του ήταν μεταξύ άλλων: ο Κώστας Τζοβένος, ο Μήτσος Αραπάκης, ο Κώστας Καρίπης, ο Αντώνης Νταλγκάς, ο Γιώργος Λαζαρίδης (ή Σπανός), ο Κώστας Ρούπανας, ο Στελλάκης Περπινιάδης κ.α. Με την έναρξη της μαζικής δισκογραφίας στην Ελλάδα (1924-25) παίρνει μέρος στις πρώτες ηχογραφήσεις, με όλες τις τότε γνωστές εταιρίες (Οdeon, His Master's Voice, Columbia Αγγλίας, Ρathe, Polydor, Parlophone), παίζοντας σε όλα τα είδη μουσικής (δημοτικά, ελαφρά και κυρίως ρεμπέτικα). Ήταν εξαίρετος τραγουδιστής στο πάλκο αλλά, όπως και ο Σμυρνιός Βαγγέλης Παπάζογλου, προτίμησε να μην "ανταγωνίζεται" τους συναδέλφους του τραγουδιστές και ελάχιστες φορές συμμετείχε σε ηχογραφήσεις με τη φωνή του (κυρίως έκανε δεύτερες φωνές σε γνωστούς τραγουδιστές τής πριν από το 1930 περιόδου). Τα πρώτα δικά του τραγούδια εμφανίζονται με τη γαλλική εταιρία Ρathe γύρω στο 1928-29, ενώ η φωνή του αποτυπώθηκε σε δίσκους της γερμανικής ΡοΙγdor. Από το 1930, με την ίδρυση και λειτουργία του εργοστασίου παραγωγής δίσκων στον Περισσό -από την αγγλική Grammophone- αναλαμβάνει τη διεύθυνση της ελληνικής Columbia. Έτσι καταγράφεται στην ιστορία της δισκογραφίας ως ο πρώτος καλλιτεχνικός διευθυντής της. Από τη θέση αυτή, γίνεται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες προεπιλογής των τραγουδιών που θα περνούσαν στη δισκογραφία και μαζί με τους Δημήτρη Σέμση (Σαλονικιό), Σπύρο Περιστέρη, Παναγιώτη Τούντα και Ιωάννη Δραγάτση (Ογδοντάκη) συνθέτουν την πεντάδα των μαέστρων -καλλιτεχνικών διευθυντών που διαμόρφωσαν το νεότερο μουσικό ύφος των τραγουδιών των πόλεων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Ο Κώστας Σκαρβέλης συνεργάστηκε στη δισκογραφία και το πάλκο με τον Μάρκο Βαμβακάρη και τους υπόλοιπους της πειραιώτικης κομπανίας. Μάλιστα, από το 1935 έπαιξε και στο μαγαζί του ιδίου του Μάρκου -που είχε στήσει στο καφενείο των οδών Οφφωνίου (από 22/95 πλέον Μάρκου Βαμβακάρη) και Κρήνης στα Άσπρα Χώματα της Κοκκινιάς. Εκείνη τη χρονιά ήταν μαζί του και οι Μ. Βαμβακάρης, Γιώργος Μπάτης, Στράτος Παγιουμτζής, Σοφία Καρίβαλη και για λίγο ο Ανέστος Δελιάς (Αρτέμης).
Ο Κώστας Σκαρβέλης έγραψε εκατοντάδες τραγούδια, εκ των οποίων πάνω από 200 (μέχρι στιγμής) έχουν εντοπιστεί στη δισκογραφία των 78 στροφών. Τραγουδήθηκαν από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές του μεσοπολέμου όπως ο Κώστας Νούρος, τη Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου (Τιλίτισσα), τη Ρίτα Αμπατζή (και την αδελφή της Σοφία Καρίβαλη), τη Ρόζα Εσκενάζυ, τον Στελλάκη Περπινιάδη, τον Στράτο Παγιουμτζή, τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Κώστα Τσανάκο, τον Αντώνη Νταλγκά, τον Γρηγόρη Ασίκη, τον Κώστα Ρούκουνα, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Απόστολο Χατζηχρήστο, τον Ευάγγελο Σωφρονίου, τον Ζαχαρία Κασιμάτη και άλλους. Όμως, τη "μερίδα του λέοντος" έδωσε στον μεγάλο τραγουδιστή Γιώργο Κάβουρα, ο οποίος για μια μεγάλη περίοδο (1935-41) ταύτισε τη φωνή του με τις εξαίρετες μελωδίες και στίχους του Κώστα Σκαρβέλη. Ξεπερνούν τα πενήντα τα τραγούδια που γραμμοφώνησε ο Γ. Κάβουρας.
Ο Κώστας Σκαρβέλης -αν και δεν μπορούσε να γράψει ελληνικά- διατήρησε όλα τα χρόνια της δεκαετίας του '30 τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της Columbia. Το γεγονός αυτό του δημιούργησε πολλά προβλήματα και συχνά αναγκαζόταν να σταματά ακόμη και στον δρόμο -όταν σκεφτόταν κάποιους στίχους- και να ζητά τη βοήθεια των περαστικών. που του έγραφαν πρόχειρα σε κάποιο χαρτί ή πακέτο τσιγάρων τις λέξεις που ήθελε να χρησιμοποιήσει για το επόμενο τραγούδι του. Πληροφορίες που ανέφεραν ότι η αδελφή του έγραφε στίχους τραγουδιών του είναι τελείως λανθασμένη και ανυπόστατη. Αντίθετα ένα μικρό αριθμό τραγουδιών του (3 ή 4) έχει γράψει στο όνομα του γαμπρού του και φίλου του Ιωάννη Καραμαούνα -προφανώς για να εισπράττει κάποια ποσοστά από τα δικαιώματα απευθείας. Η έρευνα στη δισκογραφία -τον τελευταίο χρόνο- απέδειξε ότι ο Κώστας Σκαρβέλης έγραψε και αυτός ορισμένα (3 ή 4) ρεμπέτικα με περιεχόμενο γύρω από το χασίσι, ενώ ο κύριος όγκος των τραγουδιών του έχει ερωτική θεματολογία. Μάλιστα, μερικά θεωρούνται και ύμνοι τρυφερότητας προς το γυναικείο φύλο.
Ο Κώστας Σκαρβέλης, έχοντας ενσωματώσει ειδικές γνώσεις και εμπειρίες από τα τραγούδια της ιδιαίτερης του πατρίδας -της Κωνσταντινούπολης-πρέπει να θεωρηθεί ο κατεξοχήν συνθέτης, γνώστης όλων των ιδιαιτεροτήτων του χασάπικου. Σπάνια εμφανίζονται όλες οι ποικιλίες του παλιού βυζαντινού αυτού χορού σε άλλους συνθέτες.
Ο Κώστας Σκαρβέλης, αν και πέρασε τραγούδια του στη δισκογραφία ακόμη και το 1941 με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα έπεσε σε μελαγχολία, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι Μικρασιάτες.
Αυτός ο εξαίρετος γλεντζές, χιουμορίστας, καλός θείος και παππούς, καλοφαγάς (απ' όπου και το ψευδώνυμο "παστουρμάς") και ευγενής δημιουργός, πέρασε τον τελευταίο χρόνο της ζωής του ιδιαίτερα σκληρά. Αναγκάστηκε, για να μαζέψει λίγα χρήματα για την οικογένεια της αδελφής του, να επανέλθει στο παλιό επάγγελμα του επισκευαστή παπουτσιών. Έτσι, στην ύστατη του αυτή προσπάθεια δεν είχε πολλά περιθώρια αντοχής. Το πρωί της 8ης Απριλίου του 1942 στο εργαστήρι του που ήταν στο καμαράκι της ταράτσας της διώροφης οικίας της Ιερεμίου Πατριάρχου άφησε την τελευταία του πνοή. Το πιστοποιητικό θανάτου αναφέρει "θάνατος εξ οιδήματος εξ υποσιτισμού".
Η φασιστική λαίλαπα που θέρισε 50 (πενήντα) εκατομμύρια απλών ανθρώπων στον πλανήτη, έστειλε και στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες ευγενείς Έλληνες στον άλλο κόσμο, από τον χειρότερο θάνατο: την πείνα. Δεκάδες από τους δημιουργούς του ελληνικού τραγουδιού (υπενθυμίζουμε μόνο σαν μνημόσυνο στον Κώστα Σκαρβέλη μερικούς) πέθαναν στα χρόνια της Κατοχής από βίαιο θάνατο: Ευάγγελος Παπάζογλου, Παναγιώτης Τούντας, Ανέστης Δελιάς, Γιώργος Κάβουρας, Γιάννης Εϊτζιρίδης (Γιοβάν Τσαούς), Σωτήρης Γαβαλάς, Θεόδωρος Μαυρογένης (το Θοδωράκι της Σμύρνης), Νίκος Χατζηαποστόλου, Κλέων Τριαντάφυλλου (Αττίκ), Στάθης Μάστορας (ο συνθέτης της "Ριρίκας") εκτελέστηκε από τα φασιστικά κτήνη στο Βιάννο της Κρήτης όπου υπηρέτησε ως γυμνασιάρχης.




Επιστροφή στα "άρθρα"

Επιστροφή στο αρχικό μενού